Το 2011, το μερίδιο ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας στην ΕΕ ήταν 13.0% σε σύγκριση με 8.5% το 2005. Με δεσμευτικούς εθνικούς στόχους, η οικονομική μεγέθυνση στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει αυξηθεί αλλά πρέπει να φθάσει κατά μέσο όρο σε 6,3% ανά έτος για να επιτευχθεί ο γενικός στόχος για το 2020. Η Επιτροπή έχει συνεπώς προσδιορίσει τέσσερις τομείς στους οποίους πρέπει να καταβληθούν εντονότερες προσπάθειες, συγκεκριμένα, την αγορά ενέργειας, τα συστήματα στήριξης, τους μηχανισμούς συνεργασίας και τη συνεργασία στην περιοχή της Μεσογείου, και προετοιμάζει την κατάρτιση σχετικών κατευθυντήριων γραμμών (μεταξύ άλλων, για το άνοιγμα της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, την καλύτερη ενοποίηση της αγοράς των ΑΠΕ, τη συνεργασία και το εμπόριο, την υποδομή και τους καταναλωτές και την τεχνολογική καινοτομία).
Σχετικά με τις Ανανεώσιμες Πηγές η μεγαλύτερη αδυναμία τους που έχει σχέση με την ασφάλεια εφοδιασμού είναι ότι η παραγωγή τους σήμερα δεν είναι πάντα διαθέσιμη όταν την χρειαζόμαστε. Εξαρτάται από την ύπαρξη ανέμου, ηλιοφάνειας, υδάτων και γι΄αυτό το λόγο οι μονάδες αυτές δεν μπορούν να υποκαταστήσουν μονάδες βάσης. Επιπλέον, ο βαθμός συμμετοχής τους σε ένα ηλεκτρικό σύστημα (υπάρχον ηλεκτρικό δίκτυο) έχει ακόμα αρκετούς τεχνικούς περιορισμούς. Βέβαια, οι Ανανεώσιμες πηγές μπορούν μελλοντικά να βοηθήσουν στην σταδιακή απεξάρτηση από εισαγόμενες ενεργειακές πρώτες ύλες και μάλιστα με τρόπο μοναδικό, αφού ουσιαστικά τα αποθέματα ανανεώσιμης ενέργειας είναι ανεξάντλητα.
Αποδεικνύεται όμως ότι σταδιακά και μάλιστα πιο αποφασιστικά τα τελευταία 10 χρόνια ότι η συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο είναι σημαντική αν και πρέπει να λαμβάνουμε υποψιν τους περιορισμούς που προαναφέραμε. Τρανά παραδείγματα αποτελούν τα συνεχόμενα ρεκόρ παραγωγής που σημείωσαν φέτος οι ΑΠΕ σε χώρες όπως η Γερμανία, η Ιρλανδία και η Βρετανία, με άξονα τα αιολικά, όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία των διαχειριστών ηλεκτρισμού.
Πιο συγκεκριμένα, στη Γερμανία η χιονοθύελλα Xaver αύξησε σημαντικά την συνεισφορά των αιολικών, τα οποία στις 6 Δεκεμβρίου έφτασαν προσωρινά τα 26GW σε ισχύ. Με τον τρόπο αυτό, η θύελλα οδήγησε και σε ένα θετικό αποτέλεσμα εκτός από τις ζημιές που προκάλεσε στη χώρα.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, τέτοια φαινόμενα είναι σε ένα βαθμό χρήσιμα επειδή φανερώνουν πόση αιολική ισχύ μπορεί να «σηκώσει» το ηλεκτρικό δίκτυο. Στην περίπτωση της Xaver, φάνηκε ότι η Γερμανία μπορεί να δεχτεί προσωρινά ακόμα και 100 GW αιολικής ισχύος.
Τα ρεκόρ όμως δεν σταματούν εκεί, καθώς στην Ιρλανδία τα αιολικά έφτασαν τα 1564 MW στις 8 Νοεμβρίου το πρωί, καλύπτοντας έτσι το 45% των ηλεκτρικών αναγκών της χώρας.Στη Βρετανία, στις 2 Δεκεμβρίου αναγκάστηκαν να διακόψουν τη λειτουργία τους μονάδες φυσικού αερίου 7800 MW, καθώς τα αιολικά παρήγαγαν το 14% της συνολικής παραγωγής. Ακόμα και στις ΗΠΑ όμως παρατηρείται άνοδος, καθώς η εταιρεία διαχείρισης του δικτύου, Xcel Energy του Τέξας, είδε τα αιολικά στην περιοχή της να αυξάνονται στο 60% του συνόλου για ένα διάστημα τον Ιανουάριο.
Το πιο εξωπραγματικό αποτέλεσμα, πάντως, παρατηρήθηκε φέτος στη Δανία, η οποία έτσι κι αλλιώς βρίσκεται αρκετά βήματα μπροστά από τις υπόλοιπες χώρες σε ότι αφορά τις ΑΠΕ: Εκεί, τα αιολικά κατάφεραν να καλύψουν πάνω από το 100% της ζήτησης επί 90 συνεχόμενες ώρες, ενώ οι προβλέψεις κάνουν λόγο ακόμα και για 1.000 ώρες πλήρους κάλυψης στο κοντινό μέλλον.
Παρά τις διαφορές τους, που απ’οτι φαίνεται είναι σημαντικές, τα κράτη μέλη έχουν τρεις κοινούς στόχους πολιτικής: Μείωση του ενεργειακού κόστους για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις («ανταγωνιστικότητα»), προκειμένου να εξασφαλιστεί αξιόπιστος και απρόσκοπτος ενεργειακός εφοδιασμός («ασφάλεια του εφοδιασμού») και περιορισμός των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την παραγωγή, τη μεταφορές και τη χρήση της ενέργειας («αειφορία»). Σε πολλές περιπτώσεις, οι εν λόγω στόχοι επιτυγχάνονται καλύτερα με τη θέσπιση κοινού πλαισίου και την ανάληψη κοινής δράσης σε επίπεδο ΕΕ. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο αρχηγοί κρατών ή κυβερνήσεων συμφώνησαν ότι μέχρι το 2020 πρέπει να επιτευχθούν τρεις πρωταρχικοί στόχοι (που συχνά αναφέρονται ως «20 20 20 έως το 2020»): να μειωθούν οι εκπομπές CO2 κατά 20% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, να αυξηθεί το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών στο συνολικό ενεργειακό μείγμα της ΕΕ κατά 20% και να αυξηθεί η ενεργειακή απόδοση κατά 20%. Οι στόχοι αυτοί αποτελούν επίσης το επίκεντρο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου